Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω  



πανικός, ο


Ερμηνεία:

Aβάσιμος φόβος προκαλούμενος από θορύβους ή ήχους νυκτερινούς. Κατάσταση κατακλισμιαίου φόβου ή τρόμου, που δημιουργεί άτακτη φυγή μετά από από οξεία τρομοκράτηση. Βλέπε διαταραχή πανικού.



Ετυμολογία:

< ο Παν, του Πανος (ο τραγοπόδαρος θεός των Αρχαίων Ελλήνων, που προκάλεσε πανικό στον Περσικό στρατό, κατά τη διάρκεια της μάχης του Μαραθώνα)

Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:

The Deakin/Graeff hypothesis: focus on serotonergic inhibition of panic. Evan D. Paul, Philip L. Johnson, Anantha Shekhar, Christopher A. Lowry. Neurosci Biobehav Rev. 
Published in final edited form as: Neurosci Biobehav Rev. 2014 October; 46 Pt 3: 379–396. Published online 2014 March 21.doi: 10.1016/j.neubiorev.2014.03.010
 
OREXIN, STRESS AND ANXIETY/PANIC STATES. Philip L. Johnson, Andrei Molosh, William A. Truitt, Stephanie D. Fitz, Anantha Shekhar. Prog Brain Res. 


Συνώνυμα:





© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών


Άλλες λέξεις στην κατηγορία Ψυχιατρική: